Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013

Κατερίνα Γώγου, Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά


Κατερίνα Γώγου, Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά

Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
Εξάρχεια Πατήσια Μεταξουργείο Μέτς.
Κάνουν ότι λάχει.
Πλασιέ τσελεμεντέδων και εγκυκλοπαιδειών
φτιάχνουν δρόμους και ενώνουν έρημους
Διερμηνείς σε καμπαρέ της Ζήνωνος
επαγγελματίες επαναστάτες
παλιά τους στρίμωξαν και τα κατέβασαν
τώρα παίρνουν χάπια
και οινόπνευμα για να κοιμηθούν
αλλά βλέπουν όνειρα και δεν κοιμούνται.
Εμένα οι φίλοι μου είναι σύρματα τεντωμένα
στις ταράτσες παλιών σπιτιών
Εξάρχεια Βικτόρια Κουκάκι Γκύζη.
Πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια μανταλάκια
Τις ενοχές σας αποφάσεις συνεδρίων
δανεικά φουστάνια
σημάδια από καύτρες περίεργες ημικρανίες
απειλητικές σιωπές κολπίτιδες
ερωτεύονται ομοφυλόφιλους
τριχομονάδες καθυστέρηση
το τηλέφωνο το τηλέφωνο το τηλέφωνο
σπασμένα γυαλιά το ασθενοφόρο κανείς.
Κάνουν ότι λάχει.
Όλο ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή
Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δικιά σας μόνο για γλείψιμο κάνει.
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
στα χέρια σας. Στο λαιμό σας.
Οι φίλοι μου.

“Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια… Στο μυαλό είναι ο Στόχος το νου σου ε;”
Σαν χθες (3 Οκτώβρη), πριν 18 χρόνια, μας άφησε η ελεύθερη, ευαίσθητη και επαναστατική ψυχή της Κατερίνας Γώγου… Τραγικό γεγονός είναι ότι χθες κηδεύτηκε και ο σύντροφός της σκηνοθέτης Παύλος Τάσιος ["Παραγγελιά" (1980), "Νοκ Άουτ" (1986)... κ.ά.] σαν να “επέλεξε” αυτή τη μέρα για να ανταμώσει και πάλι μαζί της.
Για τους πολλούς, η Κατερίνα Γώγου είναι γνωστή ως μια καλή ηθοποιός του παλαιού ελληνικού κινηματογράφου. Η εικόνα του χαριτωμένου, ατίθασου, τσαμπουκαλεμένου τρελοκόριτσου είναι αποτυπωμένη στις πάμπολλες ελληνικές ταινίες, κυρίως της Φίνος Φιλμ, αλλά και στη μνήμη των Ελλήνων.
Η ηθοποιός Γώγου, όμως, των δεκαετιών του ’60 και του ’70, συμπορεύτηκε, από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, παράλληλα με τη ηθοποιία, και με την ποίηση. Παρουσίασε, μέσα από τα ραγισμένα ποιήματά της, ένα ξεχωριστό ποιητικό πρόσωπο, που σημάδεψε την ελληνική ποίηση.
«Ντούκου ντούκου η γραφομηχανή, φαίνεται εμπνέει το ντούκου ντούκου», την πείραζε ο Νικόλας Άσιμος. Κι ας ήξερε πως κι η Κατερίνα Κροκανθρώπους αναζητούσε. Αλλά κι εκείνη τον προειδοποιούσε: «Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια. Στο μυαλό είν` ο στόχος, το νου σου, ε;». «Πρέζες υπάρχουν πολλές, αλλά η ηρωίνη σκοτώνει», της τραγουδούσε ο Παύλος Σιδηρόπουλος και η Κατερίνα έδειχνε να συμφωνεί: «Μιλάω για την ηρωίνη γιατί αποδεκάτισε τα παιδιά»…
Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε στην Αθήνα την 1η Ιούνη 1940. Από πολύ μικρή, 5 χρονών, ως παιδί θαύμα, δούλεψε σε παιδικούς θιάσους και στη συνέχεια επαγγελματικά, σαν ηθοποιός στον κινηματογράφο και στο θέατρο. Συμμετείχε σε πολλές ταινίες(“Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο / 1959″, “Άπονη ζωή / 1964″, “Δεσποινίς Διευθυντής / 1964″, “Η δε γυνή να φοβείται τον άντρα / 1965″, “Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση / 1971″ κ.ά.) , ενώ στο θέατρο έπαιξε από επιθεώρηση μέχρι τραγωδία (θίασος Κ. Κουν). Πρωταγωνίστησε στις ταινίες «Το βαρύ πεπόνι» (Π. Τάσιου, το 1977 κέρδισε το Βραβείο Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης), «Παραγγελιά» (Π. Τάσιου, 1980 μέρος της ταινίας βασίζεται σε ποιήματά της) και «Όστρια» (Ανδρέα Θωμόπουλου, 1984 / συνεργάστηκε στο σενάριο / πήρε το Κρατικό Βραβείο Ερμηνείας και μοιράστηκε το Βραβείο Σεναρίου με τον Α. Θωμόπουλο).
Η Κατερίνα Γώγου παντρεύτηκε τον σκηνοθέτη Παύλο Τάσιο και απέκτησαν μια κόρη, την Μυρτώ Τάσιου.
Η μεγάλη της αγάπη, όμως, ήταν η ποίηση. «Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ είναι μη γίνω “ποιητής” Μην κλειστό στο δωμάτιο ν’ αγναντεύω τη θάλασσα κι απολησμονήσω. Μην κλείσουνε τα ράμματα στις φλέβες μου κι από θολές αναμνήσεις και ειδήσεις της ΕΡΤ μαυρίζω χαρτιά και πλασάρω απόψεις.
Μη με αποδεχτεί η ράτσα που μας έλειωσε για να με χρησιμοποιήσει.
Μη γίνουνε τα ουρλιαχτά μου μουρμούρισμα για να κοιμίζω τους δικούς μου.
Μη μάθω μέτρο και τεχνική και κλειστώ μέσα σε αυτά για να με τραγουδήσουν» έγραφε.
Από το γλυκό κοριτσάκι των ελληνικών ταινιών της Φίνος Φιλμς, η Κατερίνα Γώγου μετατρέπεται στην επαναστατική ποιήτρια που αρχίζει να γράφει «για τον εαυτό μου, από αγανάκτηση για το κακό και από αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωή. Αισθανόμουνα μια μουγκαμάρα. Επικοινωνία από πουθενά, από τίποτα. Είχαν πονέσει οι μασέλες μου από το να μη μιλάω. Κι όταν άρχισα να γράφω, νόμισα ότι θα σπάσει το στιλό. Τόσο πάθος είχα γι’ αυτά που ήθελα να πω. Δεν ξέρω πώς γράφουν οι άλλοι. Εγώ ζούσα και έγραφα» όπως έλεγε η ίδια σε παλιότερη συνέντευξη της στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία».
Σύχναζε στα Εξάρχεια και τασσόταν υπέρ του αντιεξουσιαστικού χώρου με κάθε τρόπο διαμαρτυρίας. Συνελήφθη πολλές φορές, ανακρίθηκε και εξευτελίστηκε. Στις 18/03/1991, έγραψε ένα γράμμα στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» με τον τίτλο «Ξεχάσατε τον Πετρόπουλο», στο οποίο εξέφραζε την αλληλεγγύη της προς τον αναρχικό Κυριάκο Μαζοκόπο και τον ποιητή Γιάννη Πετρόπουλο που βρίσκονταν στη φυλακή. Όταν η “17Ν” σκότωσε στο Παγκράτι δύο αστυνομικούς, η Γώγου δέχτηκε τα μεσάνυχτα την επίσκεψη δύο αστυνομικών, που έσπασαν την πόρτα του σπιτιού της και την πήραν μαζί τους ως ύποπτη. Αυτόπτης μάρτυρας είχε καταθέσει ότι είδε μια γυναίκα να φεύγει τρέχοντας από τον τόπο του εγκλήματος και η αστυνομία κατέληξε σε κείνη, χωρίς να έχει αποδείξεις ή να μπορέσει εκ των υστέρων να επιβεβαιώσει οποιεσδήποτε υποψίες. Οι σχέσεις της με τις αστυνομικές αρχές ουδέποτε υπήρξε καλή, το 1986 είχε κάνει μάλιστα και μήνυση στον υπουργό Δημόσιας Τάξης επειδή κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης χτυπήθηκε από αστυνομικούς.
«Από τη στιγμή που δεν μας αφήνουν να φτιάξουμε τη ζωή, θα χαλάσουμε αυτό που υπάρχει και θα βγει το καινούργιο μετά» δήλωνε η ίδια.

Σε βρώμικά αδιέξοδα

 
 
 
 
 
Σε βρώμικά αδιέξοδα

Σάπια δόντια, ξεθωριασμένα

 συνθήματα…

Πάνω – κάτω. Πάνω – κάτω, η

 Πατησίων.

Μια ζωή λιγούρια ταξιδεύουμε

την ίδια διαδρομή

Ξευτίλα - μοναξιά - απελπισία


Κι ανάποδα 

Εντάξει δεν κλαίμε. Μεγαλώσαμε

Μονάχα όταν βρέχει

βυζαίνουμε κρυφά το δάχτυλό μας

Και καπνίζουμε….

Η ζωή μας είναι άσκοπα λαχανητά…Κατερίνα

 Γώγου. ''Τρία κλικ αριστερά.''

Θα 'ρθει καιρός ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ

Θα 'ρθει καιρός 
που θ΄ αλλάξουν τα πράματα.
να το θυμάσαι Μαρία.

Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα 
εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη

- μη βλέπεις εμένα - μην κλαις.
 εσύ είσ΄ η ελπίδα

άκου θα 'ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουνε γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη

Δε θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απέξω
Και τη δουλειά
θα τη διαλέγουμε
δε θά `μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.

Οι άνθρωποι - σκέψου! - 
θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες

Να φυλάξεις μοναχά
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές
απροσάρμοστοι, καταπίεση, μοναξιά, τιμή, κέρδος, εξευτελισμός,
για το μάθημα της ιστορίας.

Είναι Μαρία - δε θέλω να λέω ψέματα -
δύσκολοι καιροί.
Και θάρθουνε κι άλλοι.

Δεν ξέρω - μην περιμένεις κι από μένα πολλά -
τόσα έζησα τόσα έμαθα τόσα λέω

κι απ΄ όσα διάβασα ένα κρατάω καλά:
«Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος».
Θα την αλλάξουμε τη ζωή!
Παρ΄ όλα αυτά Μαρία.
*****
Στίχοι: Κατερίνα Γώγου
Μουσική: Κυριάκος Σφέτσας
Στο δρόμο-1981

GVGOYKALH6ffcb_XL.jpg
Ένας ασυμβίβαστος άνθρωπος, που με τους γεμάτους οργή στίχους της καταδίκαζε τον πόνο και την αθλιότητα γύρω της. Έβγαζε ποιητικές κραυγές μήπως και ξυπνήσουν οι άνθρωποι γύρω της. 
 Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο: "Η Κατερίνα ένιωθε σαν αγρίμι παγιδευμένο, διαρκώς σε διωγμό. Τελικά δεν άντεξε κι έφυγε .... άφησε όμως πίσω τα ποιήματά της που μιλούν ακόμα για εκείνη, με φοβερή δύναμη και άσβηστο πάθος".
Η ποίηση ήταν η μεγάλη της αγάπη. Έγραφε: 
"Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ είναι μη γίνω "ποιητής" 
Μην κλειστώ στο δωμάτιο
ν' αγναντεύω τη θάλασσα
κι απολησμονήσω.
Μην κλείσουνε τα ράμματα στις φλέβες μου
κι από θολές αναμνήσεις και ειδήσεις της ΕΡΤ
μαυρίζω χαρτιά και πλασάρω απόψεις.
Μη με αποδεχτεί η ράτσα που μας έλειωσε
για να με χρησιμοποιήσει.
Μη γίνουνε τα ουρλιαχτά μου μουρμούρισμα
για να κοιμίζω τους δικούς μου.
Μη μάθω μέτρο και τεχνική
και κλειστώ μέσα σε αυτά για να με τραγουδήσουν.....
gwgou.jpg
Σε παλαιότερη συνέντευξή της στην Ελευθεροτυπία, είχε πει πως άρχισε να γράφει:
"για τον εαυτό μου, από αγανάκτηση για το κακό και από αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωή. Αισθανόμουνα μια μουγκαμάρα. Επικοινωνία από πουθενά, από τίποτα. Είχαν πονέσει οι μασέλες μου από το να μη μιλάω. Κι όταν άρχισα να γράφω, νόμιζα ότι θα σπάσει το στιλό. Τόσο πάθος είχα γι' αυτά που ήθελα να πω. Δεν ξέρω πως γράφουν οι άλλοι. Εγώ ζούσα κι έγραφα. "
Την έχουν χαρακτηρίσει "Μαγιακόφσκι της Πλατείας Εξαρχείων", "Άγιο των Εξαρχείων" κ.ά.
Η ίδια γράφει:
"Με λένε Οδύσσεια.

Άνθρωπος διωγμένος κι εγώ από τον ουρανό
το σώμα μου φθαρτό, έχει από πέσιμο
σχεδόν οριστικά τσακίσει."

Προειδοποιούσε η Γώγου. Ποιος όμως άκουγε;;;
"Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια. 
Στο μυαλό είναι ο Στόχος 
το νου σου ε; "
gogouTONOYSOYE.jpg
Έλεγε, το 1986, η Κατερίνα Γώγου : "Δεν θέλω να γίνω μελό, δεν πουλάω τα παιδικά μου χρόνια, ούτε τα πρόσφατα .... Ελπίζω. Αν δεν ελπίζω εγώ, ποια θα ελπίζει; Είμαι μάχιμη. Ουαί και αλίμονο αν αυτό δεν είναι ναι στη ζωή ... Έγραφα γιατί ήταν μια αναγκαιότητα για μένα. Μια κίνηση για να μην αυτοκτονήσω ... Τώρα μου έχει περάσει. Δεν θέλω να αυτοκτονήσω, έχω φύγει απο αυτό ... Αισθάνομαι ανασφαλής γιατί βγαίνω και μιλάω χωρίς να έχω τίποτα, χωρίς να ανήκω πουθενά ...".
 Το 1991 η Κατερίνα Γώγου έλεγε : " Έχω ένα παράπονο ... Ακου το. Ελεύθερος σκοπευτής ήταν ο Νικόλας Άσιμος. Τον δολοφόνησαν. Τον Παύλο Σιδηρόπουλο, το ίδιο. Η μόνη επιζώσα είμαι εγώ ..." 
gvgoypathsivn06_106725073_n 2.jpg

Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε στην ΑΘήνα στις 1 Ιουνίου 1940.  Έβαλε η ίδια τέρμα στη ζωή της. Αυτοκτόνησε στις 3 Οκτωβρίου 1993 με χάπια και αλκοόλ. Οι περισσότεροι δεν ξαφνιάστηκαν με το θάνατό της. Την είχαν ήδη ξεγράψει ... από τότε που έπαψε να κοιτάει τους ανθρώπους στα μάτια και περπατούσε μόνο σκυφτή.
Ένας ευαίσθητος άνθρωπος,  που δεν άντεξε την σκληρότητα, την υποκρισία και τη σύμβαση αυτού του κόσμου και αυτής της ζωής.
"Πάει. Αυτό ήταν.
Χάθηκε η ζωή μου φίλε
μέσα σε κίτρινους ανθρώπους
βρώμικα τζάμια
κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.
Άρχισα να γέρνω
σαν εκείνη την ιτιούλα
που σού `χα δείξει στη στροφή του δρόμου.
Και δεν είναι που θέλω να ζήσω.
Είναι το γαμώτο που δεν έζησα.
Κι ούτε που θα σε ξαναδώ.
"
Οι ποιητικές κραυγές της Κατερίνας Γώγου δεν πήγαν χαμένες, δεν έπεσαν στο κενό. Όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι διαβάζουν την ποίησή της, όλο και περισσότεροι αληθινοί άνθρωποι την ανακαλύπτουν.
Ξένε, άγνωστε διαβάτη αυτού του Νεκροταφείου, εδώ σε αυτό το μνήμα, αναπαύεται η Κατερίνα Γώγου. Αυτή για την οποία έγραψαν κάποτε πως στην ταινία "Το ξύλο βγήκε απο τον παράδεισο" ήταν η πιο ατίθαση μαθήτρια. Ξένε, αυτή η πόλη κάτω, τώρα ξέρει γι αυτήν. Τα ανήσυχα παιδιά ξέρουν γι αυτήν, πως έκανε μια ροκ εν ρολ αυτοκτονία, άλλη μια ροκ εν ρολ βουτιά. 
Πηγές 1 2 3 4 5 6
ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ28b64.jpg

Κ.Γώγου,«Εμένα οι φίλοι μου»-Magic De Spell, Σ.Μάλαμας

Κατερίνα Γώγου - Πάει Αυτό Ήταν

Κατερίνα Γώγου - Καμιά Φορά

Η Ασυμβίβαστη Κατερίνα των Εξαρχείων

Η Ασυμβίβαστη Κατερίνα των Εξαρχείων

Κατερίνα Γώγου 1
Πάθος, επανάσταση, αμφισβήτηση με μεγάλη δόση μελαγχολίας… Να τι θα βρει κανείς στα ποιήματα της Γώγου. To ξεκίνημα έγινε στο κινηματογραφικό πανί τη δεκαετία του ’60… Μικροί ρόλοι, διακριτικό προφίλ.  Ο τόπος όμως δεν την χωρούσε. Δεν της έφτανε. Δεν μπορούσε να ερμηνεύσει σωστά το ρόλο που της προόριζε η σόου μπιζ της εποχής. Ευαίσθητη με τους περιθωριοποιημένους και εξαγριωμένη με τους βολεμένους  βρήκε καταφύγιο στην ποίηση. Όπως έχει ειπωθεί έκανε ποίηση σε μια εποχή που οι άλλοι “ποιητές” έκαναν δημόσιες σχέσεις. Πάνω απ’ όλα ήταν η ίδια ποίηση. Ανάμεσα σε χάπια, ποτά, σβησμένα τσιγάρα και απόγνωση, φτωχογειτονιές, προδοσίες.
Κατερίνα-Γώγου
Εν αρχή ην ο Πόνος…
Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε στην Αθήνα την 1η Ιούνη 1940. Ήδη από πολύ μικρή ηλικία, εργάστηκε σε παιδικούς θιάσους και στον κινηματογράφο, κυρίως σε ταινίες της Φίνος Φιλμς. Συμμετείχε σε πολλές ταινίες («Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο/1959», «Άπονη ζωή/1964», «Δεσποινίς Διευθυντής/1964», «Η δε γυνή να φοβείται τον άντρα/1965», « Μια τρελή, τρελή οικογένεια»/ 1965, «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση/1971» κ.ά.) χωρίς ποτέ να θέλει να ερμηνεύσει κάποιον από τους βασικούς ρόλους.
Αργότερα πρωταγωνιστεί στις ταινίες «Το βαρύ πεπόνι» (Π. Τάσιου, 1977), για την οποία κέρδισε το Βραβείο Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, «Παραγγελιά» (Π. Τάσιου, 1980 μέρος της ταινίας βασίζεται σε ποιήματά της) και «Όστρια» (Α. Θωμόπουλου, 1984», ταινία για την οποία συνεργάστηκε στο σενάριο. Για την τελευταία έλαβε το Κρατικό Βραβείο Ερμηνείας και μοιράστηκε το Βραβείο Σεναρίου με τον Α. Θωμόπουλο.
Προκάλεσα με πάθος τη ζωή!
Η Κατερίνα Γώγου στρέφεται σιγά σιγά στην ποίηση. Η σιωπή την πνίγει. Όπως είχε η ίδια δηλώσει σε παλιότερη συνέντευξη της στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» , «γράφω για τον εαυτό μου, από αγανάκτηση για το κακό και από αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωή. Αισθανόμουνα μια μουγκαμάρα. Επικοινωνία από πουθενά, από τίποτα. Είχαν πονέσει οι μασέλες μου από το να μη μιλάω. Κι όταν άρχισα να γράφω, νόμισα ότι θα σπάσει το στυλό. Τόσο πάθος είχα γι” αυτά που ήθελα να πω. Δεν ξέρω πώς γράφουν οι άλλοι. Εγώ ζούσα και έγραφα» .
Πηγή έμπνευσης και υποκινητής των λέξεών της αποτελούν οι άνθρωποι του περιθωρίου, η νεολαία που πνίγεται και εξεγείρεται βίαια στα οδοφράγματα της Αθήνας. Τις ποιητικές συλλογές της τις εικονογραφούσε από πορείες αλληλεγγύης σε ποινικούς κρατούμενους. Τα ποιήματά της εκφράζουν όλες τις κατατρεγμένες και ονειροπόλες ψυχές… τους καταραμένους ποιητές, τους χαμένους αντάρτες πόλεων, όλους εκείνους που “έχουν πεθάνει τρελλοί, μόνοι, ξοφλημένοι, με μια σύριγγα στις φλέβες, κι όμως τόσο ωραίοι, τόσο μεγάλοι”!
“Έχει το χρώμα των Πακιστανών η μοναξιά. Kαι μετριέται πιάτο-πιάτο.
Mαζί  με τα κομμάτια τους. Στον πάτο του φωταγωγού.
Η μοναξιά,η μοναξιά μας λέω.Για τη δική μας λέω.
Είναι τσεκούρι στα χέρια μας,που πάνω απ΄τα κεφάλια σας
γυρίζει γυρίζει γυρίζει γυρίζει».
Η ποίησή της βγαίνει σα μια κραυγή που επιχειρεί να ταρακουνήσει την απαθή  κοινωνία που πέφτει παρατημένη σε λήθαργο. Το αγοροκόριτσο του παλιού ελληνικού κινηματογράφου σταδιακά βυθίζεται στην κατάθλιψη και τα σκοτάδια. Αγκαλιάζει τον πόνο της και τη μοναξιά αλλά παραμένει “μάχιμη” και ελπίζει σε μια αλλαγή!
Αμέσως, με την εμφάνιση της πρώτης της ποιητικής συλλογής, ξεκίνησε, όπως γράφτηκε, η «μεταφορά» της «από τα πλατό της Φίνος στο πλατό των Εξαρχείων, χώροι απατημένης φαντασίας και οι δύο». Εξ αρχής άσκησαν γοητεία πάνω της «ο κόσμος του εξαναγκασμένου περιθωρίου» και «ο χώρος της μαχόμενης αναρχίας τροτσκιστικών καταβολών», αλλά, εν συνεχεία, καταβυθίστηκε «στην περιοχή των ευφορικών ουσιών» και «στην πολιτικοποιημένη, όπως όπως, ψυχεδέλεια».
Παρόλα αυτά όμως, σύμφωνα με τις δηλώσεις του ίδιου του εκδότη της Θανάση Καστανιώτη, τα ποιητικά της βιβλία πούλαγαν πάνω από 40.000 αντίτυπα, αριθμό που μέχρι τότε είχαν πιάσει μόνο ο Ελύτης ή ο Ρίτσος τη μεταπολίτευση!
Το ποιητικό της έργο κυκλοφορεί σε επτά(7) ποιητικές συλλογές : α) «Τρία κλικ αριστερά» (εκδ. Καστανιώτη, 1978), β) «Ιδιώνυμο» (εκδ. Καστανιώτη, 1980), γ) «Το ξύλινο παλτό» (εκδ. Καστανιώτη, 1982), δ) «Απόντες» (εκδ. Καστανιώτη, 1986), ε) «Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών» (εκδ. Καστανιώτη, 1988), στ) «Νόστος» (εκδ. Νέα Σύνορα Α.Α. Λιβάνη, 1990) και ζ) «Με λένε Οδύσσεια» (εκδ. Καστανιώτη, 2002 / μεταθανάτια έκδοση).
Είμαι ένα κομμάτι του ουρανού..
Η Κατερίνα αποφάσισε να γνωρίσει το θάνατο ρίχνοντας μια ροκ εν ρολ βουτιά στις 3 Οκτώβρη 1993 με μια χούφτα χάπια και αλκοόλ. Την βρήκε την επόμενη μέρα ένας φίλος της και την άφησε στο νοσοκομείο χωρίς να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία, την αναγνώρισε 2 μέρες αργότερα η κόρη της.
“Πάει. Αυτό είταν.
Χάθηκε η ζωή μου φίλε
Μέσα σε κίτρινους ανθρώπους
Βρώμικα Τζάμια
Κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.
Άρχισα να γέρνω σαν εκείνη την ιτιούλα
Που σου΄ χα δείξει στη στροφή του δρόμου.
Και δεν είναι που δε θέλω να ζήσω.
Είναι το γαμώτο που δεν έζησα”

πανω κατω η πατησιων
Ξεσκισμένες αφίσσες.
Πάνω κάτω η Πατησίων.
Η ζωή μας είναι η Πατησίων.
Η πολυσυλλεκτική έκδοση «Πάνω κάτω η Πατησίων – Οι όψεις της μοναξιάς στην Κατερίνα Γώγου και 20 μελοποιημένα ποιήματά της», που κυκλοφορεί με την επιμέλεια του Αγγελου Σφακιανάκη και του Γιώργου Κορδέλλα, περιέχει σπάνιο φωτογραφικό υλικό, κείμενα γραμμένα από τους Ολια Λαζαρίδου, Γιώργο Κορδέλλα, Γιώργο Δάγλα, Θωμαή Ουζούνη, Γιώργο Μπαλούρδο, Αντώνη Καφετζόπουλο, Λίνα Καρανασοπούλου, Παναγιώτη (Κάιν) Παπαδόπουλο και Αγγελο Σφακιανάκη. Εκτός αυτών μπορεί να βρει κανείς μελοποιημένα αποσπάσματα από τις ποιητικές συλλογές  «τρία κλικ αριστερά», «Ιδιώνυμο», «Το ξύλινο παλτό», «Απόντες», «Με λένε Οδύσσεια», «Νόστος». Πρόκειται ίσως για την πιο σημαντική προσπάθεια προβολής  του οργισμένου αγοροκόριτσου που χαρακτηρίστηκε ως “Μαγιακόφσκι της Πλατείας Εξαρχείων”.
Ερμηνεύουν οι:
Πάνος Κατσιμίχας, Σωκράτης Μάλαμας, Μάρθα Φριντζήλα, Όλια Λαζαρίδου, Μάκης Σεβίλογλου, Άρης Ζαρακάς, Magic de spell, Σαβίνα Γιαννάτου, Κώστας Χαριτάτος, Βασιλική Καρακώστα, Βαγγέλης Μαρκαντώνης, Λόλεκ, Κωνσταντίνος Βήτα, Παντελής Θεοχαρίδης, Ηλίας Λιούγκος, Εύα Λουκάτου, Ρίτα Αντωνοπούλου, Ματ σε δύο υφέσεις, Σπυριδούλα Μπάκα, Γεωργία Βεληβασάκη, Gaia, Τάκης Γραμμένος, Γιώργος Μάρτος, Βαγγέλης Κοντόπουλος.
«Με ρωτάνε, συχνά: Πώς ήταν η Κατερίνα;
Η Κατερίνα ήταν σαν όλους τους ανθρώπους: Πονούσε, φοβόταν, αγαπούσε, εξοργιζόταν, δινόταν, πλήγωνε και πληγωνόταν. Όμως, όλα σε βαθμό υπερθετικό. Η ευαισθησία και η σκληρότητα, η οργή και το έλεος, ο εγωισμός και η ανιδιοτέλεια ήταν τα απρόβλεπτα εναλλασσόμενα πρόσωπα της Κατερίνας. Απρόβλεπτη· αυτό νομίζω πως είναι ό,τι πιο χαρακτηριστικό μπορεί να πει κανείς για “κείνη.
Τη θυμάμαι να γράφει μανιωδώς πάνω στη γραφομηχανή της με το τσιγάρο να καίει στο τασάκι. Ή με την ακριβή πένα, που της είχε χαρίσει ένας φίλος -θαυμαστής της. Ήταν αυτόματη η γραφή της Κατερίνας, λίγες φορές έκανε διορθώσεις, κυρίως όταν διάβαζε το γραπτό και δεν της «έβγαινε καλά» στο στόμα. «Δεν λέγεται», έλεγε «δεν είναι καλό εδώ». Και το ξανάγραφε, προσπαθώντας να βρει το ρυθμό του. Με έβαζε να της τα διαβάζω, να τα ακούσει και τσαντιζόταν όταν της εντόπιζα τα πολλά ορθογραφικά λάθη, που έκανε.»
(Γιώργος Κορδέλλας, από την έκδοση)

Tο τελευταίο – μεταθανάτιο – βιβλίο της Κατερίνα Γώγου:

Tο τελευταίο – μεταθανάτιο – βιβλίο της
Κατερίνα Γώγου: η ηθοποιός, η ποιήτρια, η αναρχική, τροτσκιστικών καταβολών, επαναστάτρια, η “δακρυσμένη ψυχή” που αυτοκτόνησε παίρνοντας χάπια….

Το τελευταίο της, μεταθανάτιο, βιβλίο κυκλοφόρησε το 2002, σχεδόν 10 χρόνια από το θάνατό της, από τον “Καστανιώτη”, σε επιμέλεια του ποιητή Μάνου Λουκάκη. Ήταν το έβδομο βιβλίο της, η τελευταία της ποιητική συλλογή με τον τίτλο, που η ίδια είχε επιλέξει, «Με λένε Οδύσσεια». Εκεί μέσα μπήκε κι ότι άλλο από τα τελευταία γραφτά της διασώθηκε (από προσωπικές δακτυλογραφημένες ή χειρόγραφες σημειώσεις της): καταγραφές διαθέσεων με ημερολογιακή πρόθεση, ενάρξεις εξιστορήσεως για στιγμές της, πρόσωπα και πράγματα και τέλος τρεις παραλλαγές σεναρίων.
Το τελευταίο αυτό βιβλίο της Κατερίνας Γώγου μας δίνει μια ολοκληρωμένη εικόνα τόσο για την ποιήτρια όσο και για τον άνθρωπο Γώγου. Ακόμα κι αυτός που δεν έχει διαβάσει ποτέ του Γώγου μπαίνει αμέσως στον ποιητικό της κι όχι μόνο κόσμο. Θα τολμούσαμε να το χαρακτηρίσουμε σαν μια ανθολογία του έργου και του βίου της. Σ’ αυτό βέβαια βοηθάει και η όλη “ποιητική επιμέλεια” του Μάνου Λουκάκη αλλά και ο πρόλογός του που μας εισάγει και μας καθοδηγεί στον κόσμο της Κατερίνας Γώγου.
ΤΟ ΕΒΔΟΜΟ ΒΙΒΛΙΟ (Με λένε ΟΔΥΣΣΕΙΑ)
«Τι θα γινόμουν άραγε Θεέ μου αν δε μου ’χεις δώσει δώρο θυσίας την ποίηση;». Ο στίχος αυτός από ποίημα της ποιητικής συλλογής της «Με λένε ΟΔΥΣΣΕΙΑ» μας συνοψίζει απόλυτα τα 23 τελευταία ποιήματα της Κατερίνας Γώγου που δημοσιεύονται στο πρώτο μέρος του βιβλίου. Είναι το έβδομο, στη σειρά, βιβλίο της και αποτελεί το κύκνειο άσμα της αλλά λειτουργεί και ως μια “πυκνή συμπίεση” όλου του ποιητικού της έργου και των ερεθισμάτων της.
Η ποίηση λοιπόν της Κατερίνας, δώρο θυσίας, είναι σωματική, μοιάζει να πετάγεται από το σώμα της, γι’ αυτό και είναι τσακισμένη («το σώμα μου φθαρτό, έχει από πέσιμο σχεδόν οριστικά τσακίσει»), πονεμένη («εκ γονιδίου, βαθύ καρφί απόγονίδιο, η ψυχολογική χαρμάνα»), με έρωτα («ο πρώτος άντρας και ο τελευταίος που ερωτεύτηκα ήτανε αντάρτης των πόλεων») και μοναξιά («Η Κατερίνα είμαι, μωρέ. Που στην ευχή είσαστε; Που ρε;»).
Στα τελευταία της ποιήματα αποτυπώνεται όλο της το σύμπαν: «φίλοι, αδέρφια συντρόφια, έρωτες, χρώματα, μυρωδιές, αλκοόλ, μάνα, παιδί, ποιήματα, φεγγάρια, Ακρόπολη, χιλιόμετρα και καθρεφτάκια, θάλασσα, ταινίες, ρούχα, σπασμένα φώτα…» και μας αποκαλύπτεται ονειρικά η ψυχούλα της: «Τα μάτια μου γαλαξίες απ’ άλλο στερέωμα, βλέπουνε τη νοσταλγία εκείνων των πλανητών που αυτοκτόνησαν από μοναξιά. Τ’ αποτυπώματα απ’ τις φτερούγες μου αστερόσκονη αφήνουνε στα μακρινά καμπαναριά, στο παρελθόν εκρήξεων, κι ένα δέντρο, που με την πρώτη ανάσα ήλιους, πέταλα ανοίγει».
Και λίγο πριν το τέλος η υπενθύμιση: «Είχα ξεχάσει πως βρισκόμουν εκεί για ν’ αυτοκτονήσω».

ΜΙΚΡΑ ΠΕΖΑ ΓΙΑ…
… Νεανικές μνήμες («Τις νύχτες κλέβαμε κόβερντιμπλ αυτοκίνητα και τρέχαμε πατημένοι με χίλια στις παραλιακές λεωφόρους. Κάπου έπαιζε κι ένα μπουκάλι ουίσκι. Μουσική δυνατή από κοντινό μας σταθμό και ελευθερίας υπέροχης καθαρός αέρας»), αναμνήσεις από τις λεωφόρους της ζωής της, τη Λαμπέτη, τον άντρα της τον Τάσιο και το θέατρο. Για το θέατρο είναι εξομολογητική: «Είχανε καταφέρει να χάσω εμένα… για να βγω στη σκηνή έπινα αλκοόλ και ηρεμιστικά μαζί… Η ταπεινωτική απόλυσή μου (από το «Θέατρο τέχνης» του Κάρολου Κουν) επιδείνωσε την προσωπικότητά μου, συνεχίζοντας ανηλεώς το γνωστό σπορ μου, της αυτοκαταστροφής». Και καταλήγει σε βαθιές ενδοσκοπήσεις για τον Άνθρωπο, που αγαπά με ερωτικό πάθος, για τη γλώσσα που την θεωρεί κώδικα ψυχής και για την αλήθεια της: «Ύστερα από πολλά χρόνια κομμουνιστικής ακαμψίας, τσάκισα. Δεν είμαι αλάθητη κι είμαι βαθιά κουρασμένη».
ΣΕΝΑΡΙΑ … ΚΑΙ ΦΥΛΛΑ ΣΑΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
Τόσο τα φευγάτα της σενάρια όσο και τα φύλλα σαν ημερολογίου της πονάνε. «Κι αυτό γιατί πιο πολύ σε όρια μίσους θέλω να ζήσω». «Αυτό δείχνει πως στην παράταση έχασα και πως η πίστη μου ότι η τέχνη μου είναι λύτρωση ήτανε λάθος. Για μένα τουλάχιστον. Δεν έσωσα τίποτα. Τίποτα, αφού τώρα γράφω με το πλάι μου στις πιο απόκρημνες πλαγιές του νου μου…». «Λεφτά κάτω απ’ την πόρτα. Ενοχές.». «Κουράστηκα. Είμαι άρρωστη. Η χημεία με τσάκισε». «Τόσο πολύς ο κόσμος και άνθρωπος κανείς». Και κάπως έτσι μέσα από τα φαντάσματα των σεναρίων, του πατέρα, της μάνας κι άλλα, φτάνουμε στο τέλος που γίνεται αρχή: «Είμαι Ελληνίδα. Το πεπρωμένο μου είναι η Ελλάδα. Το όνομά μου είναι Οδύσσεια», για να γίνει και πάλι…
ΤΕΛΟΣ
Ας κλείσουμε με τα λόγια της Κατερίνας Γώγου:
«για τέλος
Όποιος δεν έχει τίποτα μονάχα αυτός ξέρει το τίποτα. Καμιά κουβέντα από κανέναν άλλο».
«… τώρα να δούμε εσείς τι θα κάνετε…».

Για τη δική μου Κατερίνα Γώγου

Για τη δική μου Κατερίνα Γώγου

tvxs.gr/node/140014

Το 1989 - 90 ως 15χρονος μαθητής λυκείου και στούρνος σε μαθηματικά, φυσική, χημεία, έκανα ιδιαίτερα μαθήματα με τον Μανώλη, σπουδαστή στο Χημικό της Αθήνας. Ο Μανώλης ήταν ένας ωραίος τύπος, μαλλιάς, μούσιας, σινεφίλ και αναρχοαριστερός, ο οποίος όσο είχε απηυδύσει με την ασχετοσύνη μου, άλλο τόσο το διασκέδαζε κιόλας. Τέλος πάντων, ο Μανώλης ήταν ο πρώτος άνθρωπος που με πήρε ένα κυριακάτικο πρωί με το αυτοκίνητο του και με πήγε για καφέ στα Εξάρχεια. Του Αντώνη Μποσκοΐτη      

Στα Εξάρχεια! Πόση γοητεία ασκούσαν πάνω μου που δεν είχα ανέβει ποτέ στο κέντρο της Αθήνας από το Κερατσίνι! Θυμάμαι ότι εκείνη την Κυριακή είχε πολύ κόσμο η πλατεία, μεγάλες παρέες με πάνκηδες και παντού αφίσες με διάφορες αναρχικές εκδηλώσεις. Ένιωθα πανευτυχής και δε θα ξεχάσω τη στιγμή που ο δάσκαλος μου με οδήγησε σε ένα βιβλιοπωλείο και μου έκανε δώρο μια λεπτή ποιητική συλλογή. Τίτλος της, ''Τρία Κλικ Αριστερά''. Να τη διαβάσεις αυτήν, μου είπε ο Μανώλης, είναι η Γώγου η ηθοποιός, πολύ καλή!  
20 χρόνια από το θάνατο της Κατερίνας Γώγου
Σεπτέμβριος του 1993, λίγες μέρες πριν ξεκινήσει το β΄έτος σπουδών στη Σχολή Κινηματογράφου της Ευγενίας Χατζίκου. Είμαι στο καφενείο της Βάσως και του συχωρεμένου σήμερα Κυριάκου, απέναντι από κει που τώρα βρίσκεται το ''Μικρογεύματα Γρηγόρης''. Ο συμφοιτητής μου ο Κώστας, τρία χρόνια μεγαλύτερος μου, πίνει ούζα με μία ηλικιωμένη γυναίκα. Κάθομαι μαζί τους. Κάνει τις συστάσεις: Από δω ο Αντώνης...Από δω η Κατερίνα...Η Κατερίνα δεν μοιάζει να είναι σε νορμάλ κατάσταση. Αδύνατη, με τατουάζ στα χέρια, με δέρμα τσακισμένο, με μαλλιά άλλα μαύρα, άλλα γκρίζα και άλλα άσπρα - σαν Μάγισσα παραμυθιού, όπως θα την περιέγραφε και ο Νίκος Κούνδουρος λίγο καιρό μετά. Την παρατηρούσα και σκεφτόμουν πως σίγουρα είναι αρκετά μικρότερη απ' όσο δείχνει, λόγω της παρακμιακής της κατάστασης. Εκείνη δεν με κοιτούσε σχεδόν καθόλου. Σε κάποια φάση γέμισε ένα μακρύ νεροπότηρο μόνο με ούζο και το κατέβασε μονομιάς. Εκεί ήταν που με κοίταξε καλά, κατάματα, και με ρώτησε: Καλά είσαι; Της χαμογέλασα, όπως καμιά φορά φερόμαστε συγκαταβατικά σε τύπους που τους δεχόμαστε όπως είναι, στην όποια κατάσταση τους, αλλά δεν θέλουμε και πολλά - πολλά μαζί τους. Σηκώθηκα να φύγω, δεν λέγανε - λέγαμε άλλωστε και τίποτα, ούτε είχα ιδιαίτερη περιέργεια να μάθω ποια ήταν αυτή η ντεκαντάνς Κατερίνα. Που να τό'ξερα ότι απ' αυτή τη συνάντηση σχεδόν και μετά, ελέω και της κινηματογραφικής σχολής, όλο με κάτι τέτοιες ντεκαντάνς και απίστευτα ελκυστικές φιγούρες θα συγχρωτιζόμουν για κάμποσα χρόνια!  

Κάτι με απασχολούσε παρ' όλα αυτά. Το ίδιο βράδυ τηλεφώνησα του Κώστα: - Ποια ήταν, ρε συ, αυτή μαζί σου το μεσημέρι; - Δεν τη γνώρισες; Η Κατερίνα Γώγου, η παλιά ηθοποιός. - Ποια, η ποιήτρια; - Ναι, είμαστε μαζί εδώ και δύο εβδομάδες. Σοκ και στενοχώρια μαζί. Σοκ απ' τη μια, διότι είχα γνωρίσει τη δημιουργό του λατρεμένου βιβλίου ''Τρία Κλικ Αριστερά'', την ηθοποιό που απήγγειλλε πάνω στις τζαζοροκιές του Κυριάκου Σφέτσα από το δίσκο ''Στο δρόμο'', αλλά και στενοχώρια απ' την άλλη γιατί μάλλον είχα καταλάβει μέσα μου ότι αυτή η βασανισμένη ψυχή θα εγκατέλειπε σύντομα το εξίσου βασανισμένο σώμα της.  
  3 Οκτωβρίου του 1993, βράδυ, μάθημα σεναρίου με την Ευγενία Χατζίκου στη σχολή της. Χτυπάει το τηλέφωνο από το γραφείο της, βγαίνει από το μάθημα και επιστρέφει μετά από μερικά λεπτά: Σας ανακοινώνω, μας λέει, πως βρέθηκε νεκρή η ηθοποιός και ποιήτρια Κατερίνα Γώγου...Παγώνω στη θέση μου, σα να επιβεβαιώθηκαν οι φόβοι από εκείνη τη μία και μοναδική συνάντηση μαζί της πριν ακριβώς από ένα μήνα. Αφιερώνουμε όλη την υπόλοιπη ώρα του μαθήματος στη μνήμη της Γώγου με πολλές πληροφορίες από τη Χατζίκου για τη ζωή και βασικά για το έργο της σε κινηματογράφο και λογοτεχνία.

Λίγες μέρες μετά η εκπομπή Made in Greece της Σεμίνας Διγενή στον ΑΝΤ-1 κάνει το καλύτερο και πληρέστερο μέχρι σήμερα τηλεοπτικό αφιέρωμα στη Γώγου με μαρτυρίες της μοναχοκόρης της, Μυρτούς, της Αφροδίτης Μάνου, του Γιώργου Σκούρτη, του Νίκου Κούνδουρου κ.α., αποκλειστικά πλάνα από την κηδεία της, παρουσία του Γιώργου Νταλάρα και του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, αλλά και εξαιρετικές μουσικές επιλογές: το Νύχτωσε νύχτα των Κατσιμιχαίων, το σαββοπουλικό Οι παλιοί μας φίλοι με την Κωχ, το Η ζωή μας είναι σουγιαδιές με τη φωνή της ίδιας από το ''Στο δρόμο''.  
1996, Εξάρχεια πάλι. Τρώμε στην ταβέρνα Ροζαλία με τον Ταρνανά, τους μουσικούς από το συγκρότημα Magic de Spell, έναν ζωγράφο κόμιξ που μάλιστα είχαν δείρει πρόσφατα οι τελείως περιθωριακοί τότε Χρυσαυγίτες, τον σκηνοθέτη Δήμο Αβδελιώδη - αν θυμάμαι καλά, και έναν άλλο σκηνοθέτη, φίλο και συντοπίτη του Ταρνανά, τον Γιώργο Κορδέλλα, ο οποίος σκηνοθετούσε την Αναστασία, το δημοφιλέστερο σήριαλ στην ελληνική τηλεόραση. Κι εκείνο το βράδυ, όπως συνέβαινε συνήθως, μιλούσαμε για μουσική, σινεμά και λογοτεχνία. Θυμάμαι μάλιστα τον Κορδέλλα με τον Ταρνανά να αναπολούν μια βραδιά στο υπόγειο του Νικόλα Άσιμου, στην Αραχώβης, όπου είχαν φάει μια μακαρονάδα με ούζο, ακούγοντας ξανά και ξανά το Πρωινό τσιγάρο του Νότη Μαυρουδή και του Άλκη Αλκαίου. Παθαίνω πλάκα όταν ο Κορδέλλας μου λέει πως έχει στην κατοχή του φιλμάκια Super8 με τη Γώγου, τον Άσιμο και τον Σιδηρόπουλο, που ο ίδιος είχε τραβήξει, όντας ζευγάρι με την Κατερίνα και φίλος των άλλων δύο στις αρχές του 1980.   

Ξέρεις, σκέφτομαι να κάνω ένα ντοκιμαντέρ για τη Γώγου, τον ενημερώνω, μια και την είχα γνωρίσει και εκτιμώ απεριόριστα την τέχνη της, αλλά ακόμη δεν είμαι έτοιμος, πέρσι άλλωστε τέλειωσα τη σχολή... Όποτε το κάνεις, μου απάντησε ο Κορδέλλας, να έρθεις να με βρεις να σου δώσω υλικό... Έτσι και έγινε με μία χρονική απόσταση 15 ετών. Το πώς, τώρα, γυρίστηκε αυτό το ντοκιμαντέρ δεν έχει καμία σημασία. Σε λίγες μέρες θα διαγωνιστεί στο Φεστιβάλ Ελληνικού Ντοκιμαντέρ Χαλκίδας, όπου και θα κλείσει ο κύκλος του, ένα χρόνο μετά την πρώτη παρουσίαση του στις Νύχτες Πρεμιέρας της Αθήνας και τις πολλές προβολές του στο εξωτερικό και σε όλη την Ελλάδα. Άλλωστε, το post αυτό γράφεται για τη σημερινή 20η επέτειο από τον πρόωρο θάνατο της Κατερίνας Γώγου.  
Ας πω μόνο ότι είναι επιεικώς ανόητοι όσοι βλέπουν... χιπστεριά πίσω απ' την επανεμφάνιση της Γώγου στο προσκήνιο, λες και οι αυτόχειρες δαιμονομάχοι ποιητές είναι αυτοί που προσφέρονται για μόδες και τα συναφή. Και θα κλείσω, φωνάζοντας το για μία ακόμη φορά πως η ανάγκη τού να ζουν προσωπικότητες σαν της Γώγου ανάμεσα μας, ακόμη κι αν αυτό δεν γίνεται από βιολογικής άποψης,  είναι πιο επιτακτική από ποτέ! Η Κατερίνα Γώγου δεν τά'χε κάνει ποτέ πλακάκια με τους σοφούς αυτού του κράτους, όπως θά'λεγε και ο Βολφ Μπίρμαν, συνεπώς οφείλουμε σεβασμό στη μνήμη της ή, όπως λέει και ο Θανάσης Νιάρχος στη συγκινητική του αποφώνηση μεσ' στο ντοκιμαντέρ, μόνο Αγάπη! Ούτε τιμές, ούτε τίποτα!